ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΗΣ ΤΟΥ ΥΓΙΟΥΣ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ
Ιδιότητες
Οι ινδιάνοι της Αμερικής χρησιμοποιούσαν το βότανο από τον 2ο αιώνα για την αντιμετώπιση των λοιμώξεων της ουροδόχου κύστης, την ουρηθρίτιδα, τις πέτρες νεφρών και την κυστίτιδα. Τους καρπούς τους χρησιμοποιούσαν για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας. Τα φύλλα επίσης, τα έβαζαν ως αρωματικό μαζί με καπνό στις πίπες που κάπνιζαν στις θρησκευτικές τους τελετές. Η πρώτη μνεία του αρκτοστάφυλου ως φαρμακευτικού βοτάνου στην Ευρώπη αναφέρεται στον 12ο αιώνα. Κατά τον Μεσαίωνα χρησιμοποιήθηκε ως διουρητικό βότανο. Ο Clusius το περιγράφει το 1601 και ο Gerhard το 1763 το συνιστά για φαρμακευτική χρήση. Ο Μάρκο Πόλο τον 13ο αιώνα αναφέρει ότι οι κινέζοι το χρησιμοποιούσαν ως διουρητικό, για να θεραπεύσουν νεφρούς και προβλήματα ουροδόχου κύστης.
Αντιμετωπίζει την κυστίτιδα
Ο Αρκτοστάφυλος χρησιμοποιείται σήμερα από τους βοτανοθεραπευτές κυρίως για την αντιμετώπιση της κυστίτιδας. Το κύριο συστατικό των φύλλων του Αρκτοστάφυλου που επιδρά θετικά στην αντιμετώπιση της κυστίτιδας είναι η αρμπουτίνη (περιεκτικότητα μέχρι 17%). Η αρμπουτίνη μεταβολίζεται μέσα στον ανθρώπινο οργανισμό σε υδρικινόνη (glucuronide και sulphate) η οποία έχει ισχυρή αντιμικροβιακή δράση. Ο Αρκτοσταφυλος αποτελεί ουσιαστικά ένα φυσικό απολυμαντικό του ουροποιητικού και θεωρείται πάρα πολύ αποτελεσματικός στη περίπτωση αλκαλικών ούρων και της κυστιτιδας γενικότερα.
Τα φύλλα του Αρκτοστάφυλου περιέχουν μεταξύ άλλων μεθυλαρμπουτίνη, τανίνες (6-7%), φλενοειδή (myricetin, quercetin), αλλαντοϊνη και ρητίνη.
ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΕΣ
ΑΦΕΨΗΜΑ: Τοποθετούμε το θεραπευτικό μέρος του φυτού (ρίζες, φλούδες , κοτσάνια, σπόροι) σε νερό και το αφήνουμε να βράσει σε σιγανή φωτιά. Έπειτα, στραγγίζουμε ανάλογα με το φυτό. Εκχύλισμα: Γίνεται όταν βράσουμε το υγρό που περιέχει τα φυτά τόσο πολύ ώστε να εξατμιστεί ένα μέρος του.
ΨΥΧΡΟ ΕΜΒΡΕΓΜΑ: Ρίχνουμε το φυτό μέσα σε κρύο νερό για αρκετό χρόνο, ώστε να διαλυθούν τα συστατικά του. Στραγγίζουμε το ζουμί και το χρησιμοποιούμε.
ΘΕΡΜΟ ΕΜΒΡΕΓΜΑ: Είναι ακριβώς το ίδιο με το ψυχρό με τη μοναδική διαφορά πως γίνεται σε χλιαρό νερό. Βάμμα: Παίρνουμε το φυτό και το ρίχνουμε σε οινόπνευμα, όπου παραμένει αρκετό χρόνο. Το υγρό που προκύπτει ονομάζεται βάμμα (αποκλειστικά για εξωτερική χρήση).
ΕΓΧΥΜΑ: Πρόκειται για την καταλληλότερη μέθοδο για να αντλήσουμε τις φαρμακευτικές ιδιότητες των ευαίσθητων μερών των φυτών, των λουλουδιών και των φύλλων τους. Γίνεται ρίχνοντας βραστό νερό, αφού το κατεβάσουμε από τη φωτιά. Σουρώνουμε το θεραπευτικό μέρος του φυτού για 10-20 λεπτά και το χρησιμοποιούμε.
ΣΙΡΟΠΙ: Τα σιρόπια συνδυάζουν την κατευναστική επίδραση του μελιού με τις φαρμακευτικές ιδιότητες των εγχυμάτων ή αφεψημάτων, καταλήγοντας σε επιπρόσθετα οφέλη ιδίως για την αντιμετώπιση του πονόλαιμου και του κρυολογήματος. Ανακατέψτε 500ml εγχύματος ή αφεψήματος με 500γρ μέλι. Αφού κρυώσει βάλτε σε σκούρο μπουκάλι και κλείστε το με φελλό ( επειδή γίνονται ζυμώσεις στα σιρόπια και στα μπουκάλια με βιδωτό πώμα μπορεί να εκραγούν. Ο φελλός είναι σημαντικός)
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.